Το poulatakefalonias.gr με σεβασμό, θυμίζει σήμερα στιγμές του σεπτού βίου του πολιούχου του χωριού μας που όλοι μεν γνωρίζουμε, αλλά που πάντα διαβάζουμε με ενδιαφέρον.
Ο Άγιος Παντελεήμων γεννήθηκε το 275 στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας επί βασιλείας του φοβερού διώκτη των Χριστιανών, Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αυριλιανού. Πατέρας του υπήρξε ο ειδωλολάτρης αξιωματούχος και μέλος της συγκλήτου Ευστόργιος, ο οποίος αργότερα βαπτίστηκε Χριστιανός με τις νουθεσίες του Παντελεήμονα και μητέρα του η Ευβούλη που προερχόταν από χριστιανική οικογένεια.
Ο Παντολέον από μικρός ήταν πολύ έξυπνος, επιμελής, ταπεινός και πράος. Όταν λοιπόν μεγάλωσε, ο πατέρας του τον παρέδωσε σε έναν από τους πλέον φημισμένους γιατρούς της εποχής, τον Ευφρόσυνο, ώστε να διδαχθεί την ιατρική επιστήμη. Πολύ σύντομα ο Παντολέον ξεπέρασε όλους τους συνομήλικους του στις επιδόσεις και όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το χαρακτήρα του. Ο τότε δε ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός πληροφορούμενος για την αρετή και την εξυπνάδα του, τον προόριζε να γίνει ο γιατρός των ανακτόρων.
Την ίδια περίοδο ο γέροντας ιερέας της Νικομήδειας και μετέπειτα Άγιος της εκκλησίας μας Ερμόλαος, φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα κάλεσε στο σπίτι που κρυβόταν από τους διώκτες του τον Παντολέοντα, ώστε να τον γνωρίσει. Αφού συνομίλησαν για πολλή ώρα, ο Ερμόλαος ενθουσιάστηκε από τις αρετές του Παντολέοντα και αποφάσισε να τον μυήσει στην πίστη του Χριστιανισμού. Έτσι αναπτύχθηκε ανάμεσα τους μια άριστη πνευματική σχέση.
Ένα πραγματικά εντυπωσιακό γεγονός έκανε τον Παντολέοντα να πάρει τη γενναία απόφαση να βαπτιστεί Χριστιανός. Ενώ λοιπόν περπατούσε στο δρόμο, συνάντησε ένα παιδί που είχε μόλις πεθάνει από δάγκωμα οχιάς. Αποφάσισε λοιπόν να προσευχηθεί θερμά στο Χριστό να αναστήσει το παιδί και με αυτό τον τρόπο να πιστέψει ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός και Σωτήρας του κόσμου. Οι προσευχές του έπιασαν τόπο, το παιδί ζωντάνεψε, το φίδι πέθανε και Παντολέον πήρε την απόφαση να βαπτιστεί Χριστιανός. Γεμάτος χαρά έτρεξε στον Ερμόλαο, του διηγήθηκε το θαύμα και του ζήτησε να τον βαπτίσει. Αυτός δε, γεμάτος συγκίνηση οδήγησε στο φωτισμό του θείου βαπτίσματος τον Παντολέοντα.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, λίγα χρόνια αργότερα, ο Παντολέων έγινε κάτοχος μεγάλης περιουσίας την οποία και εκποίησε προκειμένου να βοηθήσει τους φτωχούς και να προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του χωρίς χρέωση σε όποιον δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθει στα έξοδα της θεραπείας του.
Κατά μια εκδοχή, αυτός υπήρξε και ο λόγος που ώθησε πολλούς ιατρούς της εποχής του να τον καταγγείλουν και να υποδείξουν στην αυτοκρατορική αυλή πως είναι χριστιανός. Έτσι συνελήφθη και οδηγήθηκε στον Αυτοκράτορα. Κατά μια δεύτερη εκδοχή όταν ένας θεραπεφθείς από τον Παντολέοντα τυφλός ρωτήθηκε ποιος τον γιάτρεψε, αυτός απάντησε “Ο Παντολέων, καθώς επικαλέστηκε τον Χριστό, στον Οποίο και εγώ πιστεύω”. Αμέσως ο Αυτό τον αποκεφάλι και διέταξε την προαγωγή του Παντολέοντα.
Σε κάθε περίπτωση, ο Άγιος ενώπιον του Διοκλητιανού κλήθηκε να προσφέρει θυσία στα είδωλα προκειμένου να αφεθεί ελεύθερος. Ο ίδιος ασφαλώς και αρνήθηκε, λέγοντας πως δε θα θυσιάσει σε ψεύτικους Θεούς. Τότε μπροστά του έστειλαν ένα παράλυτο, ώστε να τον θεραπεύσει, είτε αυτός είτε οι ιερείς των ανακτόρων για να φανεί ποιος είναι ο αληθινός Θεός. Ο Παντολέων θεράπευσε τον παράλυτο, κάτι που προξένησε μεγάλη κατάπληξη. Παρόλα αυτά ο Διοκλητιανός θέλησε και πάλι να τον μεταπείσει χωρίς όμως αυτό να καταστεί εφικτό. Έτσι, βλέποντας ότι ο Άγιος δεν κάμφθηκε στο ελάχιστο ούτε με τις υποσχέσεις, ούτε με τις απειλές, προκειμένου να αρνηθεί την πίστη του στον Χριστό, διέταξε να βασανισθεί. Άλλοτε τον μαστίγωναν, άλλοτε του έγδερναν το σώμα, άλλοτε τον έκαιγαν με πυρσούς και άλλοτε τον έριχναν σε καζάνι με καυτό λάδι, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Έτσι προκειμένου να πετύχουν τη θανάτωσή του τον έριξαν στη θάλασσα δένοντας στο λαιμό του μια μεγάλη πέτρα, χωρίς όμως αποτέλεσμα, καθώς ο Άγιος επέστρεψε στην ακτή. Αποφάσισαν λοιπόν να τον ρίξουν σε κλουβί με πεινασμένο λιοντάρια τα όποια όμως δεν τον έβλαψαν.
Έκπληκτος αλλά και ακόμη περισσότερο εξαγριωμένος, ο Διοκλητιανός διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντολέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Ήταν η φωνή του Θεού που του έδωσε το όνομα Παντελεήμων, που σημαίνει αυτός που όλους τους βοηθά και τους ελεεί. Ακόμη και τους εχθρούς του. Όταν όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες πίστεψαν στο Χριστό. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από την πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά. Ήταν η 27η Ιουλίου του 305.
“Αθλοφόρε Άγιε καί ιαματικέ Παντελεήμων, πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ, ίνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταίς ψυχαίς ημών”.
Πηγή: www.poulatakefalonias.gr